Ανάλυση Βάδισης

Ο επίμονος πόνος στο πόδι, δηλαδή περιφερικότερα από τον αστράγαλο και την ποδοκνημική άρθρωση, είναι εξαιρετικά συνηθισμένος, αν και συνήθως δεν τυγχάνει της προσοχής που του αναλογεί, είτε διότι ο ασθενής θεωρεί αυτονόητο το έντονο άλγος μετά από μία κοπιαστική ημέρα ορθοστασίας και εργασίας είτε διότι οι κλινικοί γιατροί, στους οποίους πρωτο-αναφέρονται τα συμπτώματα δεν τα αξιολογούν στον βαθμό που τους αξίζει.

Ο επίμονος πόνος στα πόδια, παρ’ ότι μη ανησυχητικός για τη ζωή, ενδέχεται να γίνει εξαιρετικά βασανιστικός, σε σημείο να επηρεάζει την ποιότητα ζωής του ασθενούς. Για τη σωστή και έγκαιρη διάγνωση απαιτείται κλινική εξέταση από ιατρό με εμπειρία στις παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος και ταυτόχρονο ενδιαφέρον για τις παθήσεις του άκρου ποδός. Πολύ συχνά, οι ασθενείς αναζητούν απευθείας απεικονιστικές εξετάσεις (ακτινογραφία, αξονική τομογραφία, μαγνητική τομογραφία) παρακάμπτοντας την πιο σημαντική συνιστώσα της διάγνωσης, την κλινική εξέταση.

Ακόμα πιο συχνά, πολλοί ασθενείς αναζητούν απευθείας «φυσική θεραπεία», απευθυνόμενοι σε φυσικοθεραπευτές, οι οποίοι μετά χαράς αναλαμβάνουν τον νέο ασθενή χωρίς διάγνωση και χωρίς παραπεμπτικό ιατρού, το οποίο για κάποιον περίεργο και απροσδιόριστο λόγο εξακολουθεί να απαιτείται για την αποζημίωση των φυσικοθεραπειών αυτών από τον ασφαλιστικό τους φορέα, δημόσιο ή ιδιωτικό. Γιατί άραγε;

Εάν το πρόβλημα υποχωρήσει, η σχέση ασθενούς και φυσικοθεραπευτή εδραιώνεται. Όμως, εάν το πρόβλημα επιμείνει, ακολουθούν διάλογοι του τύπου «πήγαινε στον Ορθοπεδικό να σου γράψει τις φυσικοθεραπείες που κάναμε και πες του να σου γράψει και μια μαγνητική για να δούμε τί έχεις». Η ομολογία πώς ο «θεραπευτής» ουσιαστικά αγνοούσε τί είχε ο ασθενής, τον οποίο «θεράπευε», ακούγεται αστεία ως μεμονωμένο περιστατικό αλλά καταντάει τραγική για ολόκληρο το σύστημα υγείας όταν επαναλαμβάνεται καθημερινά. Ωστόσο, συνεχίζεται, με την ανοχή όλων.

Σωστή θεραπεία προϋποθέτει σωστή διάγνωση. Χωρίς σωστή διάγνωση είναι μάλλον μάταιο να συζητούμε για θεραπεία είτε φυσική είτε όχι. Για τη σωστή διάγνωση, βασικό προ-απαιτούμενο είναι η κλινική εξέταση, η οποία, στις περισσότερες περιπτώσεις, θέτει τη διάγνωση, με τον απεικονιστικό έλεγχο απλώς να επιβεβαιώνει την ήδη τεθείσα κλινική διάγνωση. Σε ενδεχόμενη χειρουργική αντιμετώπιση, ο λεπτομερής απεικονιστικός έλεγχος επιβάλλεται, προκειμένου να μη βρεθεί ο χειρουργός «προ εκπλήξεων», με την ανεύρεση «τυχαίων ευρημάτων» ή παθολογίας, η οποία δύσκολα διαγνώσκεται κλινικά, όπως το εξαιρετικά συνηθισμένο (λόγω κατάχρησης μαγνητικών) «οστικό οίδημα».

Όταν ο απεικονιστικός έλεγχος είναι αρνητικός, τότε αποκτά βαρύνουσα σημασία η ανάλυση βάδισης, μία λειτουργική εξέταση, με καταγραφή των δυνάμεων που ασκούνται στον άκρο πόδα είτε κατά την ορθοστάτηση (στατική ανάλυση) είτε κατά τη βάδιση (δυναμική ανάλυση). Απαραίτητη είναι η χρήση δυναμικής πλάκας – dynamic plate ή πλατφόρμας πελματογράφου. Τα αποτελέσματα απεικονίζονται σε δύο ή/και τρεις διαστάσεις και με τη χρήση θερμογραφικής κλίμακας γίνεται αντιληπτή η κατανομή των πιέσεων στο πέλμα και αποκαλύπτονται τα σημεία παθολογικά αυξημένης πίεσης, τα οποία συνήθως ευθύνονται για την αντίστοιχη παθολογία.

Ωστόσο, θα πρέπει να γίνει σαφές και κατανοητό, ότι η τελική διάγνωση δεν τίθεται από το μηχάνημα αλλά από τον κλινικό ιατρό, ο οποίος και φέρει την ευθύνη για την επιτυχή ολοκλήρωση του διαγνωστικού αλγορίθμου που αναφέρθηκε: 1. Κλινική εξέταση 2. Απεικονιστικός έλεγχος 3. Καταγραφή πιέσεων. Τότε και μόνον τότε, μπορεί να τεθεί σωστή διάγνωση και να ακολουθήσει σωστή θεραπεία, όπως η επί παραγγελία κατασκευή ειδικών πελμάτων έσω υποδήματος, τα οποία φροντίζουν για την εξισορρόπηση των πιέσεων και την άμβλυνση των φορτίων κατά την ορθοστασία και τη βάδιση. Σε ειδικές περιπτώσεις με αυξημένη παραμόρφωση ή σε διαβητικούς ασθενείς κατασκευάζονται ειδικά διαμορφωμένα υποδήματα.

Η αξία της ανάλυσης βάδισης επεκτείνεται και σε πλέον απομακρυσμένες παθήσεις, όπως η εκφυλιστική οστεοαρθρίτιδα των γονάτων, ακόμη και των ισχίων, όπου η αποκατάσταση του φυσιολογικού (στο μέτρο του δυνατού) ρυθμού βάδισης και των πιέσεων που ασκούνται στον άκρο πόδα και μεταβιβάζονται στο γόνατο, το ισχίο και τη σπονδυλική στήλη, θα οδηγήσει σε θεαματική ανακούφιση των συμπτωμάτων, ειδικά όταν συνδυάζεται και με άλλες προσεγγίσεις, σε μία συνολική ή ολιστική αντιμετώπιση της πάθησης του ασθενούς.